Μιλάει αποκλειστικά στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» ο 54χρονος πολιτικός των Συντηρητικών και πρώην υφυπουργός Πολιτισμού της Βρετανίας που πλέον αποτελεί έναν από τους πολυτιμότερους συμμάχους της Ελλάδας στη μάχη για τη διεκδίκηση των αριστουργημάτων του Παρθενώνα
ΤΑ ΝΕΑ / ΛΟΝΔΙΝΟ. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΔΡΙΤΣΟΠΟΥΛΟ
Πριν από έξι χρόνια, υπερασπιζόταν με πάθος την παραμονή των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Λονδίνο. Σήμερα, όμως, ο λόρδος Εντ Βέιζι αποτελεί έναν από τους πολυτιμότερους συμμάχους της Ελλάδας στη μάχη για τη διεκδίκηση των αριστουργημάτων της κλασικής αρχαιότητας που φιλοτέχνησε ο Φειδίας.
Ο 54χρονος πολιτικός των Συντηρητικών και πρώην υφυπουργός Πολιτισμού απασχόλησε προχθές τα πρωτοσέλιδα του βρετανικού Τύπου όταν ανακοινώθηκε ότι αναλαμβάνει πρόεδρος του Parthenon Project, της εκστρατείας που προωθεί την επανένωση των Γλυπτών μέσω μιας λύσης αμοιβαίου οφέλους για την Ελλάδα και τη Βρετανία.
Μιλώντας αποκλειστικά στα «ΝΕΑ», ο μακροβιότερος υφυπουργός Πολιτισμού της Γηραιάς Αλβιώνας (2010-2016) εξηγεί πού οφείλεται η μεταστροφή του, υποστηρίζει ότι η Λιζ Τρας μπορεί να αλλάξει γνώμη για το θέμα και διαβεβαιώνει ότι το Βρετανικό Μουσείο είναι ανοικτό σε συμφωνία για να γυρίσουν τα Γλυπτά «μέσα στα επόμενα χρόνια».
– Πώς αποφασίσατε να μετάσχετε στην εκστρατεία υπέρ της επανένωσης;
Οταν ήμουν στην κυβέρνηση, συμφωνούσα με τη θέση του Βρετανικού Μουσείου. Με τον καιρό, όμως, άλλαξα γνώμη. Κατάλαβα ότι τα Γλυπτά είναι σύμφυτα με τον Παρθενώνα και με την ελληνική ταυτότητα. Οταν επισκέφθηκα το Μουσείο Ακρόπολης και είδα ότι οι Ελληνες έχουν χτίσει με μεγάλη φροντίδα έναν χώρο που είναι άξιος να στεγάσει τα Γλυπτά δίπλα στον ίδιο τον Παρθενώνα, πείστηκα οριστικά. Δεν χωράει αμφιβολία ότι τα Γλυπτά ανήκουν εκεί.
– Εδώ και έναν χρόνο, τα Γλυπτά βρίσκονται διαρκώς στη βρετανική επικαιρότητα. Εξέχοντες πολιτικοί, διανοούμενοι, δημοσιογράφοι, αλλά και η κοινή γνώμη στηρίζουν την επανένωση. Πιστεύετε ότι η δυναμική που έχει αναπτυχθεί είναι αρκετή για να γυρίσουν πίσω;
Ναι, η δυναμική αυξάνεται. Το Βρετανικό Μουσείο έχει έναν εξαιρετικό πρόεδρο, τον πρώην υπουργό Οικονομικών Τζορτζ Οσμπορν, ο οποίος έχει μια πολύ ευρεία θεώρηση του ρόλου του Μουσείου και των αντικειμένων του. Κατανοεί την ευκαιρία που παρουσιάζεται για τη Βρετανία και την Ελλάδα να ενισχύσουν τη σχέση τους διευθετώντας αυτό το ζήτημα. Το βασικό ερώτημα είναι το εξής: μπορούμε να μεταβιβάσουμε έτσι απλά την ιδιοκτησία στην ελληνική κυβέρνηση; Μήπως θα μπορέσουμε να τα βρούμε κάπου στη μέση, κάτι που, βέβαια, ξέρω ότι είναι δύσκολο για τους Ελληνες, ενδεχομένως και για τους Βρετανούς; Πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει κάποια στιγμή στο προσεχές μέλλον μια συμφωνία που δεν θα επιλύει απαραίτητα, οριστικά και πλήρως, το ζήτημα της ιδιοκτησίας, αλλά σίγουρα θα καταλήγει στην επιστροφή των Γλυπτών στην Αθήνα.
– Γιατί η βρετανική κυβέρνηση και το Βρετανικό Μουσείο αρνούνται επί τόσα χρόνια να επιτρέψουν την επανένωση των Γλυπτών;
Νομίζω ότι η βρετανική πλευρά έχει υιοθετήσει μια νομικίστικη θέση και έχουμε περιέλθει σε αδιέξοδο: η ελληνική κυβέρνηση ευλόγως δεν δέχεται να αναγνωρίσει ότι τα Γλυπτά ανήκουν στο Βρετανικό Μουσείο και το Βρετανικό Μουσείο δεν θέλει να συνάψει συμφωνία αν δεν του αναγνωριστεί η ιδιοκτησία. Αυτόν ακριβώς τον κύκλο καλούμαστε να τετραγωνίσουμε.
– Πέρυσι, η UNESCO αναγνώρισε ότι «το ζήτημα είναι διακυβερνητικό και η υποχρέωση επιστροφής των Γλυπτών βαραίνει ξεκάθαρα τη βρετανική κυβέρνηση». Συμφωνείτε με αυτό; Σας ρωτώ, διότι τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρούμε ένα διαρκές πινγκ-πονγκ μεταξύ της κυβέρνησης και του Μουσείου, όπου ο ένας λέει ότι είναι θέμα του άλλου και το αντίστροφο.
Η κυβέρνηση θα μπορούσε να αλλάξει τον νόμο και να δώσει στο Βρετανικό Μουσείο την πλήρη ελευθερία να επιστρέψει οποιοδήποτε αντικείμενο. Ωστόσο, επειδή τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα, θα απαιτούνταν πραγματικά η συμφωνία – είτε ρητά είτε σιωπηρά – της βρετανικής κυβέρνησης για να επιστραφούν στην Αθήνα είτε ντε φάκτο, προκειμένου να εκτεθούν εκεί, είτε ντε γιούρε, με μεταβίβαση ιδιοκτησίας στους Ελληνες.
– Την περασμένη εβδομάδα, η βρετανίδα πρωθυπουργός Λιζ Τρας είπε ότι δεν υποστηρίζει την επιστροφή των Γλυπτών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα τη συναντήσει τον Νοέμβριο. Πιστεύετε ότι μπορεί να της αλλάξει γνώμη;
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να γνωρίζει ο βρετανός πρωθυπουργός αυτό το θέμα σε βάθος. Ετσι, όταν της ζητήθηκε ξαφνικά να το σχολιάσει, έδωσε μια τυπική απάντηση. Εάν ο έλληνας πρωθυπουργός θίξει το θέμα στη συνάντησή τους στο Λονδίνο, μπορεί η Τρας να το ξανασκεφτεί. Δεν νομίζω ότι υπάρχει μια προκαθορισμένη θέση. Πιστεύω ότι αν αποφασίσει να το εξετάσει πιο λεπτομερώς, μπορεί να καταλήξει σε ένα διαφορετικό συμπέρασμα.
– Ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου έχει δηλώσει ότι μπορεί να επιτευχθεί μια συμφωνία. Τι πιστεύετε ότι έχει στο μυαλό του;
Οταν ήμουν υφυπουργός, η ηγεσία του Μουσείου δεν είχε καμία διάθεση να επιστρέψει τα Γλυπτά. Τώρα, νομίζω ότι αυτό έχει αλλάξει λίγο. Ισως είναι δυνατό να γίνει μια αρχική συμφωνία με την Ελλάδα, στο πλαίσιο της οποίας το Βρετανικό Μουσείο θα καταθέσει – αυτή είναι η κατάλληλη λέξη – τα Γλυπτά στο Μουσείο Ακρόπολης. Επομένως, υπάρχει μια συμφωνία που θα μπορούσε να γίνει σήμερα κιόλας, η οποία σε αυτή τη φάση δεν θα εμπεριέχει μεταβίβαση της ιδιοκτησίας. Νομίζω ότι πρέπει να κινηθούμε σταδιακά.
– Τι περιλαμβάνει η λύση αμοιβαίου οφέλους (win-win) που προωθεί το Parthenon Project;
Το Βρετανικό Μουσείο θα μπορούσε να εκθέσει σπουδαία αντικείμενα από την Ελλάδα, τα οποία θα ανανεώσουν τη συλλογή του και θα ενθουσιάσουν τους επισκέπτες του. Επίσης, έχει ήδη (σ.σ. στις αποθήκες του) μια σειρά από θαυμάσια γλυπτά που απεικονίζουν έξοχα τη γλυπτική της Αρχαίας Ελλάδας.
– Τελικά, απαιτείται νομοθετική παρέμβαση για να επιστραφούν τα Γλυπτά; Σήμερα, ο νόμος περί Βρετανικού Μουσείου του 1963 απαγορεύει την εκχώρηση εκθεμάτων.
Πολύ σωστά. Ενδεχομένως θα πρέπει να αλλάξουμε τη νομοθεσία για να επιτρέψουμε στο Βρετανικό Μουσείο να τα επιστρέψει.
– Είστε αισιόδοξος ότι τα Γλυπτά θα γυρίσουν σύντομα;
Μπορώ να σας πω ότι ενδεχομένως θα επιστραφούν μέσα στα επόμενα χρόνια, εάν μπορέσουμε να διατηρήσουμε την παρούσα δυναμική.
Πηγή: Ta Nea