Ένας Έλληνας που έζησε για πολλά χρόνια στο Λονδίνο, αναπολεί τις ημέρες αυτές και ελπίζει να επιστρέψει σύντομα στην αγαπημένη του πόλη.
Γράφει ο Δημήτρης Ελέας.
«Από το παράθυρο, είδα τους Άγγλους να βγαίνουν από το αρτοποιείο ή το κρεοπωλείο. From my window, I saw a widow. The battle for a widow, from my window. Μου άρεσε η χώρα, με τους τρανούς διπλωμάτες και τους εραστές του μπέικον. Τρώγοντας τραγανό μπέικον κυβέρνησαν, ακόμη και τα κύματα. Χμμ; Λάτρεψα το Λονδίνο! Άκουσα με τα δύο αυτιά μου τους Άγγλους, να “κοροϊδεύουν” τον ελληνικής καταγωγής Prince Phillip παντρεμένο με την Queen Elizabeth II.
Στο Λονδίνο, δημιούργησα και κατέστρεψα… Είναι καλό να μαζέψεις πλούτο, αλλά τα χρήματα δεν μπορούν να αγοράσουν status, καθώς και τα χρήματα δεν μπορούν να αγοράσουν καμία γνώση (και, το τελευταίο, έχει σημασία όπως το ζεστό μητρικό γάλα). Στο Λονδίνο, σε κάποιο σημείο, η ζωή μου είχε καταρρεύσει σαν το δέντρο που το έκοψες και έπεσε κάτω. Κάποτε, κάτω από το λιγοστό φως του φεγγαριού, φως που αργοπεθαίνει και ψυχομαχεί, περπάτησα από ένα ιδιωτικό elite club της Berkeley Square του Mayfair στο σταθμό Liverpool Street. (Ήμουν με την Penny, μία επαγγελματία που αγαπούσε να παίρνει ρίσκα, είχε ένα sardonic laugh και είκοσι τέσσερα και ένα χρόνια εμπειρίας.) Χμμ; Τότε, είδα τον ήλιο σαν πορτοκάλι να εμφανίζεται πάνω από τα λονδρέζικα κτίρια. Στο Λονδίνο ένιωσα πως δημιούργησα χαρακτήρες για το γράψιμό μου. Στο Λονδίνο, γνώρισα κάπως όλους τους χαρακτήρες και τους μίλησα off the record. Μάζεψα χαρακτήρες όπως μαζεύεις τα ψίχουλα από ένα τραπέζι, μετά το γεύμα, για να τα προσφέρεις στα σπουργίτια στην αυλή.
Διάβασα σε ένα βιβλίο του Oscar Wilde για το Savoy Hotel, τότε, μετά από μερικές μέρες, βρέθηκα στο Savoy για φαγητό με την υπέροχη σύντροφό μου (η καρδιά μου είναι αγαθή, αλλά το αίμα που διατρέχει μέσα της είναι πελοποννήσιο, “διακριτή οντότητα”). Στο διάσημο American Bar του Savoy, έπινα κάμποσο τζιν.
Στο Rivoli Bar του Ritz Hotel, έπινα τζιν. Στο μπαρ του Dorchester Hotel έχω πιεί επίσης, και το τζιν εκεί ονομάζεται: Old Tom. Πώς συνέβαινε κάθε φορά; Ο μπάρμαν πιάνει το ψηλό ποτήρι, το γεμίζει με παγάκια, προσθέτει μία φέτα λεμονιού, 2/3 τζιν και 1/3 slim lime tonic. Ολόκληρος ο Βόρειος Ατλαντικός Ωκεανός σε ένα ποτό. Και μετά από λίγο, πάλι το ίδιο, ο μπάρμαν ξαναπιάνει ένα ποτήρι… Και έτσι, νιώθεις λιγότερο πόνο. Και μετά από έντεκα λεπτά ξανά: ένα ποτό ακόμη! Ξανά! Έντεκα λεπτά! Ξανά! Πίνεις G&T, αλλά οι άνθρωποι δίπλα νομίζουν ότι προσφέρεις στα σωθικά σου παγωμένο νερό! Μια φορά ειδικά, μια αμερικανίδα καθόταν σε ένα μικρό τραπέζι παραδίπλα μου. Διάβαζε ένα βιβλίο για την Irena Sendler. Μου μίλησε για το βιβλίο αυτό, και εκείνη την αποφράδα ημέρα, θυμάμαι, ήπια ακόμη περισσότερο. Γιατί; Η Irena μαζί με λίγους άλλους, συμμετείχε ώστε να φυγαδεύει Εβραιόπουλα έξω από το Warsaw Ghetto, παρέχοντάς τους νέα έγγραφα με “ψεύτικο ονοματεπώνυμο”, και οργανώνοντας καταφύγιο σε πολωνικές οικογένειες και Catholic nun Convents, σώζοντας όλα αυτά τα αγγελούδια από το Ολοκαύτωμα. Για κάθε παιδί που έσωζε, κρατούσε ένα σημείωμα σε ένα γυάλινο βάζο. Έκρυβε το βάζο στον κήπο. Χωρίς αμφιβολία η Πολωνέζα Irena Sendler «στάλθηκε από τον Θεό» για να σώσει τα παιδιά εκείνα. Σήμερα, κάθε καρδιά θα έλιωνε από την καλοσύνη της!
Κρατώντας ημερολόγια και πίνοντας στο Λονδίνο, όπως η εργατική τάξη και οι άνθρωποί της έπιναν στο Σικάγο τις μέρες που μεσουρανούσε ο Al Capone. Σήμερα έπινα βότκα. Το αλκοόλ σε κάνει να νιώθεις ζάλη σαν να πετάς ανάμεσα σε πυροτεχνήματα. Μίλησα με την Κυρία Βότκα. Η Βότκα δεν μού μίλησε ποτέ, ίσως ήταν “η λάθος Κυρία”. Χμμ; Τότε άρχισα να πίνω κονιάκ, την υγρή φωτιά. Όμως, το σχήμα του ποτηριού του κονιάκ, balloon-shaped, ήταν σαν το γυναικείο στήθος της παξιμαδοκλέφτρας. Έτσι, έπρεπε να μείνω μακριά ή να αρχίσω να πίσω κονιάκ σε tulip-shaped ποτήρι, και αυτό ήταν κάτι που δεν ήθελα. Ταυτόχρονα, σταμάτησα να πίνω. Μαχαίρι λέμε. Με βάραιναν αμέτρητα αδιάβαστα άρθρα, δοκίμια και βιβλία.
Η περιέργεια είναι ένα σημαντικό μέρος της ζωής. Ήξερα ότι ήμουν ακατάλληλος για λάθη, αλλά όπως είπε κάποιος: “not a man is wise by a chance”. Χμμ; Η ανάγνωση είναι η ασφαλέστερη μορφή περιέργειας.
Το Λονδίνο είναι η πόλη που βοήθησε την αχόρταγή μου περιέργεια. Έζησα μια ζωή γεμάτη εκεί, και τώρα, πλούσιες αναμνήσεις-ασημικά κοσμούν το κεφάλι μου. Με έκανε να έχω άφθονη ενέργεια, ίση με αυτήν που έχει το αεροπλάνο κατά την απογείωση. Αλλά επίσης, έμαθα ότι οι άνθρωποι θα προσπαθήσουν να σε σκοτώσουν, να σε προδώσουν, και κανείς δεν θα είναι εκεί για εσένα. Η γυναίκα με την οποία μοιράζεσαι ένα κρεβάτι, δεν θα είναι εκεί για εσένα. Στιγμές, ένιωσα, πως με τους βολβούς των ματιών μου αρουραίοι έπαιζαν ποδόσφαιρο, ίσως σε αυλή κακότυχου μοναστηριού. Τα σπασμένα δόντια των εχθρών μου, ίσως έγιναν νύχια μου. Και τότε ένιωσα, πως αν πέθαινα, δεν θα ήθελα κηδεία σε εκκλησία, μα μέσα σε μία δημόσια βιβλιοθήκη. Έτσι, κάθε βιβλίο στο ράφι, θα αποχαιρετούσε και από μία ημέρα της ζωής μου στην πόλη του Globe Theatre. Μέρα, που ποτέ δεν θα γυρίσει πάλι πίσω.
Ήμουν πεινασμένος και “I wolfed some food,” αυτή ήταν άλλωστε η έκφραση που χρησιμοποιούσε και ο Άγγλος George Orwell. Ήταν φασόλια φούρνου με λίγο μαύρο ψωμί. Είχα επίσης ένα ποτήρι χυμό ροδιού.
Στο Λονδίνο, έζησα σε ένα σπίτι, που πολλοί εργαζόμενοι έζησαν και τραγούδησαν πριν από εμένα. Το σπίτι ήταν 150 ετών. Μέσα σε αυτό το σπίτι έπινα αδύναμους καφέδες και σχεδίασα ένα λεπτομερές σχέδιο για ταξίδια. Αυτό το σπίτι βοήθησε το γράψιμό μου, τα fiction και τα the non-fiction κομμάτια. Είμαι “καλύτερος γραφιάς”. Γράφω στα Αγγλικά. Τα αγγλικά είναι η γλώσσα της εκδίκησης, αν αποφασίσω ποτέ να εκδικηθώ για κάτι! Γράφω φράσεις όπως: «Η σκιά ενός κυπαρισσιού είναι μία ευθεία γραμμή σκιάς. Η σκιά ενός χοντρού δέντρου είναι ένας κύκλος σκιάς». Είμαι “ευτυχής χαρτοπόντικας” και κάθε φορά που βλέπω μια βιβλιοθήκη κλασικών συγγραφέων μπροστά μου, μοιάζω με γουρουνάκι μια καυτή καλοκαιρινή μέρα, και ανυπομονώ να πηδήξω μέσα στο νερό για να παίξω.
Πάντα διαβάζοντας… Διάβασα την πινακίδα: «Παρακαλώ να αγαπάτε και να φροντίζετε τους σκαντζόχοιρους όταν έρχονται στον κήπο σας». Η ζωή είναι one way trip (…”θαύμα και τραγωδία”). Πήρα ένα ταξί από το κέντρο του Λονδίνου προς το Heathrow Αirport και διάβασα σε έναν τοίχο τα μεγάλα γράμματα, που αποτύπωναν, την αγαπημένη μου αγγλική φράση από το εμβληματικό μυθιστόρημα Oliver Twist (1838): “Please, sir, I want some more”. Περισσότερες λονδρέζικες ημέρες!»
*Ο Δημήτρης Ελεάς [Dimitris Eleas] είναι συγγραφέας και πολιτικός ακτιβιστής. Ζει στη Νέα Υόρκη, μα «έζησε» στο Λονδίνο από το 1995 έως το 2012. To e-mail του είναι: dimitris.eleas@gmail.com.